Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Πως θα αλλάζατε την πόλη σας ;

  Εμπνευσμένοι από το παραπάνω βίντεο η δημοσιογραφική ομάδα του blog μπήκε στον ευχάριστο για αυτήν κόπο να ρωτήσει μαθητές και καθηγητές από το σχολείο πως θα άλλαζαν την πόλη τους.
Φαίνεται λοιπόν πως η πλειονότητα πιστεύει ότι πιο πολύ πράσινο μέσα στην πόλη είναι κάτι το αναγκαίο, ενώ μια άλλη άποψη θέλει τα κτήρια να ξεφύγουν και αυτά από τα μονότονα -καθιερωμένα- χρώματα και η πόλη να γίνει "πολύχρωμη".
  Δεν ήταν λίγοι αυτοί που μας είπαν ότι θα ήταν προτιμότερο οι δρόμοι να είναι φαρδύτεροι και πως θα τους άρεσε να υπάρχουν ποδηλατόδρομοι.
  Η καθαριότητα δείχνει να ενδιαφέρει τους νέους και γιαυτό κάποιοι είπαν πως χρειάζονται πιο πολλοί κάδοι και λιγότερα σκουπίδια.
  Τα παραπάνω αποτελούν αυτά που ακούστηκαν πιο πολύ. Ωστόσο, ακούστηκαν και άλλες σκέψεις όπως αυτή που μιλάει για καλύτερα ΜΜΜ, για περισσότερους χώρους άθλησης και χώρους για ανοιχτές συναυλίες.

Γράψτε μας στα σχόλια και τις δικές σας ιδέες για το πως θα αλλάζατε την πόλη σας.

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

Ἂν δὲν ὑπάρχει ἔρωτας δὲν ὑπάρχει ἐκπαίδευση

του Κορνήλιου Καστοριάδη

Για να υπάρξει πραγματική εκπαίδευση με την αυστηρή έννοια του όρου υπάρχει μια βασική προϋπόθεση: είναι ότι αυτή η εκπαιδευτική διαδικασία γίνεται αντικείμενο επένδυσης και πάθους και από τους εκπαιδευτές και από τους εκπαιδευόμενους και, για να το πω καθαρά, ότι αν δεν υπάρχει έρωτας μες στην εκπαίδευση δεν υπάρχει εκπαίδευση! Εάν κάποιος κάτι μαθαίνει μέσα στο σχολείο είναι διότι, διαδοχικά, έναν καθηγητή σε κάποια τάξη - και στο πανεπιστήμιο ακόμη - τον ερωτεύεται και τον ερωτεύεται διότι βλέπει ότι αυτός ο ίδιος ο καθηγητής είναι ερωτευμένος με αυτό που διδάσκει. Λοιπόν, για να τα πω επίσης καθαρά και για να γίνω πλήρως απεχθής σ’ αυτούς που με ακούνε, σήμερα οι εκπαιδευτικοί ασχολούνται με τις επαγγελματικές τους διεκδικήσεις, οι οικογένειες ασχολούνται με το να πάρει το παιδί ένα ‘χαρτί’ και τα παιδιά ασχολούνται με οτιδήποτε άλλο εκτός από την επένδυση των πραγμάτων που μαθαίνουν. Λοιπόν, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει εκπαίδευση.

Ο Κορνήλιος Καστοριάδης (Κωνσταντινούπολη, 11 Μαρτίου 1922 – Παρίσι, 26 Δεκεμβρίου 1997) ήταν Έλληνας φιλόσοφος, οικονομολόγος και ψυχαναλυτής.

16ος ΜΑΘΗΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ

Η Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών προκηρύσσει τον 16ο Πανελλήνιο Μαθητικό Διαγωνισμό
  • Ο διαγωνισμός περιλαμβάνει δύο είδη του λόγου: Ποίημα και Διήγημα.
  • Τα ποιήματα δεν πρέπει να υπερβαίνουν τουs 30 στίχους και τα διηγήματα τις 6 σελίδες. Το μέγεθος των χαρακτήρων θα είναι σε όλα 14.
  •  Δικαίωμα συμμετοχήs έχουν μαθητές και μαθήτριες των Β΄και Γ' τάξεων Γυμνασίου και όλων των τάξεων Λυκείου και Τ.Ε.Ε., ηλικίας  μέχρι και  20 ετών, με ένα μόνο ποίημα ή διήγημα.
  •  Ο ίδιος διαγωνιζόμενος έχει δικαίωμα συμμετοχής και στις δύο κατηγορίες ταυτόχρονα, αρκεί να πληροί τους απαραίτητους όρους συμμετοχής για έκαστο είδος.
  • Δεν έχουν δικαίωμα συμμετοχήs στην κάθε κατηγορία όσοι πήραν Α' Βραβείο σ’ αυτήν στο διαγωνισμό των δύο προηγουμένων ετών 2012 και 2013.
  • Το θέμα του διαγωνισμού είναι ελεύθερο. Συλλογικά γραμμένα έργα θα αποκλείονται. 
  • Κάθε έργο υποβάλλεται σε πέντε (5) δακτυλογραφημένα αντίτυπα, με το ψευδώνυμο του συμμετέχοντα στο πάνω δεξιό μέρος της σελίδαs.
  • Το ψευδώνυμο που θα χρησιμοποιήσει ο κάθε μαθητής πρέπει να είναι μονολεκτικόκαι γραμμένο ελληνικά. π.χ. Νεφέλη, Δαναόs, Άστρο, Αγέρι, Δανάη, κ.α. Το πραγματικό ονοματεπώνυμο του μαθητή, η διεύθυνση κατοικίαs του, το τηλέφωνό του (σταθερό και κινητό), καθώς και τα πλήρη στοιχεία του σχολείου του, πρέπει να βρίσκονται σεκλεισμένο μικρότερο φάκελο που εξωτερικά θα έχει μόνο το ψευδώνυμό του και τον τίτλο του έργου του. 
  • Τα κείμενα πρέπει να αποστέλλονται μέσα σε απλούs φακέλουs από τις Διευθύνσειςτων Γυμνασίων ή Λυκείων (Γενικών και Τεχνικών) ή απευθείας από τους μαθητές (όχι συστημένα), έως τις  5 Απριλίου του 2014, στη διεύθυνση: Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών, οδόs Γερανίου 41 (2ος όροφοs), Τ.Κ. 10431 Αθήνα (τηλ. 210 3302550), υποχρεωτικά με την ένδειξη «Για τον μαθητικό διαγωνισμό ποίησης» ή «Για τον μαθητικό διαγωνισμό διηγήματος».
  •  Στη θέση του αποστολέα να σημειωθεί μόνο το ψευδώνυμο.
  • Σε περίπτωση που ένας διαγωνιζόμενος λάβει μέρος και στα δύο είδη, μπορεί τους φακέλλους με το κάθε είδος και τις σχετικές ενδείξεις ( που ο καθένας τους όμως θα περιέχει ξεχωριστό κλειστό φάκελλο προσωπικών στοιχείων  του μαθητή) να τους τοποθετήσει μέσα σε μεγαλύτερο, ο οποίος πρέπει να αναγράφει : «Για τον μαθητικό διαγωνισμό ποίησης και διηγήματος», εάν θέλει να ταχυδρομήσει έναν μόνο φάκελο.
  • Τελευταία ημερομηνία αποστολής των έργων ορίζεται η 5η Απριλίου 2014 (σφραγίδα ταχυδρομείου).
  • Οι διακριθέντες θα ειδοποιηθούν έγκαιρα για την τελετή βράβευσης, η ημερομηνία της οποίας θα κοινοποιηθεί με νεότερη ανακοίνωσή μας.
  • Από τους διαγωνιζόμενους πρέπει να πληρούνται οι ανωτέρω όροι  του διαγωνισμού, άλλως  θα  αποκλείονται.
  •  Τα αποσταλέντα έργα δεν επιστρέφονται, ενώ τα μη διακριθέντα  θα  καταστραφούν μαζί με τα προσωπικά στοιχεία των  διαγωνισθέντων.
  • Πληροφορίες για το διαγωνισμό, στο τηλέφωνο 210- 6040097 (10.30 -11.30 μ.μ.)

Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

O ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ


του Παναγιώτη Πούγγουρα, Μαθητή της Β'Λυκείου
  Ίσως να έχει χαθεί το νόημα σήμερα, σχετικά με τον ρόλο που θα'πρεπε να χαρακτηρίζει τους εκπαιδευτικούς. Πολύ καλοί γνώστες φιλολογίας, μαθηματικών και φυσικής διδάσκουν τους νέους της χώρας στα γυμνάσια και λύκεια. Αρκεί ωστόσο αυτή η γνώση ή χρειάζεται και κάτι παραπάνω; Μήπως ο ρόλος του καθηγητή, χρειάζεται και μία άλλου είδους εκπαίδευση;
    Είναι αυτονόητο πως οι εκπαιδευτικοί, κατά τη διάρκεια της εργασιακής τους ζωής, εκτός από την μεταφορά γνώσεων, αναπόφευκτα επηρεάζουν τη ζωή και τη συμπεριφορά  χιλιάδων νέων. Θέλοντας και μη, ο παιδαγωγός επιδρά πάνω στα πρότυπα συμπεριφοράς των νέων, επομένως δεν αρκεί η άρτια γνώση της επιστήμης, αλλά απαιτείται μεταδοτικότητα και καλή γνώση παιδαγωγικών μεθόδων. Κάτι που, ακόμη και σήμερα, διδάσκεται ελλιπέστατα στα Πανεπιστήμια.
     Το πλήθος των εκπαιδευτικών προέρχεται από τις λεγόμενες καθηγητικές σχολές, όπως για παράδειγμα σχολή φιλολογίας, ιστορίας -αρχαιολογίας, το φυσικό, το χημικό και άλλες παρόμοιες. Οι φοιτητές των συγκεκριμένων σχολών, έχουν ως δυνητική επαγγελματική αποκατάσταση, κατά κύριο λόγο, την εργασία στο χώρο της εκπαίδευσης.               
     Εκείνοι που θέλουν να γίνουν καθηγητές χημείας σε σχολείο λοιπόν, διαφοροποιούνται στο εξής γεγονός, από τους χημικούς, που θα δουλέψουν, π.χ στο χημείο του κράτους: στο γεγονός ότι θα διδαχθούν ,στο πανεπιστήμιο, περίπου τρία η τέσσερα μαθήματα επιλογής, που θα τους παρέχουν κάποιες γνώσεις για την εκπαίδευση, ωστόσο αμελητέες. Και επίσης, κατόπιν αυτού, εξετάζονται στον διαγωνισμό Α.Σ.Ε.Π, ο οποίος από τη μία πλευρά, στο μεγαλύτερό του μέρος, εξετάζει ξανά γνώσεις χημείας, ενώ από την άλλη θέτει προς απάντηση κάποιες παιδαγωγικού τύπου ερωτήσεις -όχι ιδιαίτερα μεγάλης δυσκολίας για κάποιον που χρησιμοποιεί, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, τη λογική του- σχετικές με το πλάνο ενός μαθήματος, την αντιμετώπιση διαφόρων συμπεριφορών στην τάξη και κάποια άλλα παρεμφερή.
    Είναι λοιπόν εύκολα κατανοητό, πως το σύστημα δε μεριμνά ώστε οι καθηγητές να καταρτιστούν παιδαγωγικά. Παρά ταύτα βέβαια, συγκεκριμένοι καθηγητές, οι οποίοι ενδιαφέρονται από μόνοι τους γι'αυτό, το καταφέρνουν με εναλλακτικούς τρόπους. Στην πλειοψηφία τους όμως, δεν περνούν από παιδαγωγική εκπαίδευση. Δεν βοηθούνται και οι ίδιοι, από την υφιστάμενη οργάνωση της εκπαίδευσης, ώστε να κατανοήσουν και να εξελίξουν τον παιδαγωγικό τους ρόλο.
    Αντιθέτως, θα έπρεπε οι ενδιαφερόμενοι για εκπαιδευτικοί να περνούν από ειδικές μεταπτυχιακές σπουδές παιδαγωγικής εκπαίδευσης, ή και ακόμη, ήδη από την σχολή τους, να παίρνουν κατεύθυνση παιδαγωγικής και να συμμετέχουν σε τέτοιου είδους μαθήματα.
     Αφήνουμε τα κριτήρια εισόδου ενός εκπαιδευτικού και περνάμε στην αξιολόγησή του, η οποία είναι ένα αρκετά περίπλοκο ζήτημα. Είναι διαπιστωμένο πως οι εκπαιδευτικοί , εδώ και τριάντα και παραπάνω χρόνια, δεν έχουν αξιολογηθεί ή κάποιοι από αυτούς έχουν αξιολογηθεί λίγες φορές. Πώς είναι δυνατόν να μην αξιολογούνται οι παιδαγωγοί της χώρας; Πώς είναι δυνατό να μην αξιολογούνται και να μην ελέγχονται οι άνθρωποι που δημιουργούν το μέλλον της χώρας; Είναι βέβαια και βασική προϋπόθεση για την αξιολόγηση τους, η σωστή εκπαίδευση αυτών. Διότι είναι κατανοητό πώς όταν δε δίνεις τα αναγκαία εφόδια σε κάποιον, είναι οξύμωρο και αντιφατικό, ύστερα, να τον αξιολογείς με βάση αυτά.
   Θα μας απαντούσε ίσως εδώ κάποιος αρμόδιος, πως οι εκπαιδευτικοί είναι ήδη παιδαγωγικά επαρκείς και καταρτισμένοι κατά την είσοδό τους στην εκπαίδευση, αλλιώς δεν θα έμπαιναν. Ας υποθέσουμε, τέλος πάντων, πως όντως είναι καταρτισμένοι κατά την είσοδό τους. Ποιος όμως μας εγγυάται πως ο συγκεκριμένος καθηγητής, αφού εντάχθηκε στην εκπαίδευση, δεν αποδίδει ανεπαρκώς στη δουλειά του συστηματικά; ή χρησιμοποιεί λάθος παιδαγωγικές μεθόδους; ή ανακάλυψε πως δεν του ταιριάζει η συγκεκριμένη δουλειά; ή χίλια δυό άλλα που να τον μετατρέπουν σε μη επαρκή.
     Βέβαια, έτσι αναδύεται στην επιφάνεια, η έλλειψη τρόπων αξιολόγησης και οι δυσκολίες που μπορεί να προκύψουν μέσα από αυτή τη διαδικασία. Ωστόσο υπάρχουν κάποιοι δυνατοί τρόποι που θα την καθιστούσαν εφικτή. Λόγου χάριν, θα μπορούσε να λαμβάνεται υπ'όψιν, το σύνολο των κρίσεων των μαθητών προς κάποιον καθηγητή, των συναδέλφων του, του διευθυντή, ακόμη και η συνολική απόδοση των μαθητών κατά μέσο όρο. Τυχόν προγράμματα που πραγματοποιούν οι καθηγητές, ύστερα από το πέρας του μαθήματος, θα ήταν εύλογο να μετρούν, για να ελεγχθεί κατά πόσο έχουν πραγματική διάθεση για δουλειά. Επίσης, θα ήταν δυνατό, να παρευρίσκονται κάποιοι σύμβουλοι σε διδακτικές ώρες, κατά τη διάρκεια της ημέρας, για να αξιολογούν το γενικότερο πλαίσιο μαθήματος. Επιπλέον, είναι επιτακτική ανάγκη για τους εκπαιδευτικούς, να επιμορφώνονται καθ'όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας τους και να περνούν από τακτά ψυχολογικά τεστ. Και τέλος -γιατί όχι- η υιοθέτηση κάποιον ξένων δοκιμασμένων προτύπων από άλλες χώρες.
    Κάτι που θα ήθελα να τονίσω, είναι το γεγονός, ότι η αξιολόγηση δεν θα έπρεπε να έχει αρνητικό χαρακτήρα και μια έννοια φόβου, τα οποία έχει σήμερα. Η αξιολόγηση θα έπρεπε να έχει εξελικτικό χαρακτήρα και να αποτελεί μέσο βοήθειας για τους εκπαιδευτικούς. Οι ευσυνείδητοι επαγγελματίες επιθυμούν την αξιολόγηση! Πρώτον και κυριότερον, για να διορθώσουν τυχόν λάθη στις μεθόδους τους και δεύτερον για να αναγνωριστεί η δουλειά που κάνουν.
      Για ποιο λόγο να γίνει όμως όλο αυτό; Γιατί να μπούμε όλοι σε μια τέτοια διαδικασία;
      Διότι σε περίπτωση που η συνολική αξιολόγηση ενός εκπαιδευτικού δείξει πως δεν είναι επαρκής για τη δουλειά που κάνει, και δεν παρουσιάσει σημάδια βελτίωσης μετά από την αξιολόγηση, θα πρέπει, άραγε, η σχολική κοινότητα και κατ'επέκταση ολόκληρη η κοινωνία, να επιβαρύνεται από τις λάθος εργασιακές επιλογές του; Ας σκεφτούμε σαν παράδειγμα, πως κανείς ευϋπόληπτος εργοδότης, δε θα απασχολούσε έναν υπάλληλο που δεν πληρεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Από πού κι ως πού λοιπόν να κατοχυρώνει τη θέση του ένας εκπαιδευτικός για τριάντα χρόνια και πάνω, χωρίς να αξιολογείται ως επαρκής ή μη; Πώς αφήνουμε το αγαθό της παιδείας να υποβαθμίζεται λόγω τυχόν αδυναμιών που διακατέχουν τους παρόχους του;
   Συμβαίνει λοιπόν το εξής παράδοξο και ίσως τρομακτικό για κάποιους. Εδώ και τριάντα περίπου χρόνια, η αποδοτικότητα των εκπαιδευτικών επαφίεται μόνο στην επαγγελματική τους ευθιξία.  Αυτό συνεπάγεται λοιπόν, ότι οι καθηγητές, μπορεί μεν να παρέχουν γνώσεις και πληροφορίες στους νέους, ωστόσο υπάρχει πρόβλημα στην ανάπτυξη της προσωπικότητας, της συμπεριφοράς και στην παίδευσή τους. Και όπως είναι αντιληπτό, η εκπαίδευση είναι ένας απο τους κύριους φορείς διάπλασης της προσωπικότητας. Τα προβήματα στη συμπεριφορά των νέων είναι φανερά καθώς βλέπουμε τους νέους να έχουν ολοένα και περισσότερη επιθετικότητα, να έχουν ψυχολογικά προβλήματα ή προβλήματα αγωγής κ΄ συμπεριφοράς. Τους βλέπουμε επίσης, να παρεκκλίνουν από σημαντικά κομμάτια της ζωής, και να αφιερώνουν το χρόνο τους σε "ασήμαντα", και να είναι εν τέλει, ανεπαρκώς εκπαιδευμένοι, στην πλειοψηφία τους.
   Δε μπορούμε να κρίνουμε απόλυτα την εκπαίδευση στο σύνολό της (καθηγητές, υποδομές, τρόποι διδασκαλίας), ως κακή, μέτρια ή καλή. Μπορούμε όμως, να αναγνωρίσουμε το γεγονός, ότι υπάρχουν πολύ μεγάλα περιθώρια βελτίωσής της. Σίγουρα έχουν μερίδιο ευθύνης οι εκπαιδευτικοί, ως πάροχοι της εκπαίδευσης και υπεύθυνοι για τα αποτελέσματα της δουλειάς τους, αλλά παρ'όλα αυτά, η καλύτερη λειτουργία της εκπαίδευσης, θα έχει ως βάση την "ανακαίνιση" του γενικότερου εκπαιδευτικού συστήματος.

ΧΑΣΜΑ ΓΕΝΕΩΝ


της Ειρήνης Δόξα-Λαμπρινοπούλου, Μαθήτρια της Β' Τάξης
Παρατηρώντας συγγενείς μου μεγαλύτερης ηλικίας, η γιαγιά εξαιρείται, μόνο ένα πράγμα μπορώ να σκεφτώ: «Ήταν, όντως, κι αυτοί κάποτε παιδιά;».  Οι κινήσεις τους, ο τρόπος ομιλίας τους, το λεξιλόγιό τους, οι ξεπερασμένες, εν μέρει, αντιλήψεις τους  και προπάντων οι «ψευτοπροχωρημένες» ιδέες τους κάνουν εμφανείς τις διαφορές μεταξύ χθεσινής και σημερινής γενιάς. Ωστόσο, το χάσμα γενεών δεν έχει εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια, υπήρχε ήδη από την αρχαιότητα. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από την κωμωδία του Αριστοφάνη Νεφέλες, στην οποία περιγράφεται με παραστατικότητα η σύγκρουση ανάμεσα στον οπισθοδρομικό πατέρα και τον επιπόλαιο γιό.
  Αμφότερες οι πλευρές, γονείς-παιδιά, αλλά και άλλες ομάδες που συχνά δημιουργούνται, όπως αυτή των  καθηγητών- μαθητών, αλληλοκατηγορούνται, προκειμένου να δικαιολογηθούν οι ίδιοι. Από την μία, οι νεότεροι αποδίδουν στους μεγαλύτερους ευθύνες για υποκρισία, τυπικότητα, κάλπικη ευγένεια και θεοποίηση των υλικών αγαθών και του χρήματος. Από την άλλη, οι μεγαλύτερης ηλικίας επικρίνουν τους εφήβους για τα ακριβώς αντίθετα, δηλαδή για αυθάδεια, ανευθυνότητα και αδιαφορία.
  Αφενός, τα παιδιά υποστηρίζουν, δικαίως, κατά την άποψή μου, πως οι μεγάλοι θα έπρεπε να κάνουν κάποιες υποχωρήσεις, έστω και τυπικές, προκειμένου να διατηρηθούν οι ισορροπίες των σχέσεων. Οι γονείς, όντας πιο ώριμοι και έχοντας περάσει από αυτό το στάδιο ζωής, οφείλουν να μην επιπλήττουν κάθε κίνηση και ενέργεια των νεότερων μελών της οικογένειας και να μην προβάλλουν τους φόβους τους με τρόπο τέτοιο που θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στη –μετέπειτα- ζωή τους. Πρέπει να σημειωθεί ότι η πρώτη εικοσαετία της ζωής ενός ανθρώπου είναι καθοριστικής σημασίας, διότι το άτομο, μέσα από καθημερινές εμπειρίες και ερεθίσματα, ανακαλύπτει τον προσανατολισμό του, βρίσκει τα ενδιαφέροντά του και, κυρίως, διαμορφώνει τον χαρακτήρα του. Για τον λόγο αυτό οι γονείς πρέπει να παραχωρούν στους νεότερους περισσότερη ελευθερία, προκειμένου να μην γίνουν πανομοιότυπα αντίγραφα των προγενέστερων, αλλά να εξελιχθούν μαθαίνοντας από τα λάθη τους, δηλαδή όπως λέει και το γνωστό γνωμικό «το πάθημα να γίνει μάθημα».
  Αφετέρου, και τα παιδιά θα έπρεπε να δείχνουν κατανόηση στην στάση των γονιών τους, διότι τα προβλήματα που εκείνοι καθημερινά αντιμετωπίζουν είναι σαφώς περισσότερα και δυσκολότερα. Δεν είναι το παιδί αυτό που πρέπει να εργαστεί σκληρά για να παρέχει τα απαραίτητα στην οικογένεια και επιπλέον να τρέχει σε τράπεζες, στην εφορία, στο σχολείο να ενημερωθεί για την πρόοδο του γιου/της κόρης, να έχει έτοιμο φαγητό και να μπορεί να δώσει χαρτζιλίκι όποια ώρα και στιγμή. Ωστόσο, ούτε ο γονιός είναι εκείνος που έχει να αντιμετωπίσει μια κρίση ιδεών, μία κατάρρευση του παραμυθένιου κάστρου στο οποίου ζούσε όλη του την ζωή μέχρι που αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τον έξω κόσμο. Όχι, αυτό πρέπει να το κάνει το παιδί, ο έφηβος, ο νέος, ο αυριανός πολίτης. Το κύριο χρέος των γονιών είναι η πολύπλευρη και ουσιαστική παροχή παιδείας η οποία συμβάλλει με τρόπο καθοριστικό στη διάπλαση της προσωπικότητας των απογόνων τους.
  Ολοκληρώνοντας, αξίζει να υπογραμμιστεί ότι  πίσω από οποιαδήποτε ένταση, βρισιά, διαμάχη, τσακωμό και μικροδιαφωνία κρύβεται η πραγματική και ειλικρινής αγάπης μεταξύ προγενέστερων και μεταγενέστερων. Δεν είναι κατακριτέο, αλλά, αντίθετα, απολύτως φυσιολογικό, ότι οι μεν μεγάλωσαν με τα συγκεκριμένα πρότυπα, ενώ οι δε με κάποια άλλα. Είναι, παρόλα αυτά, ηθική υποχρέωση και των δύο πλευρών να μην καταπατούν τα πιστεύω, τις ιδέες, τις αξίες και τα θέλω των άλλων. Ωστόσο, υπάρχει άραγε κάπου η χρυσή τομή; Ίσως ο αλληλοσεβασμός μπορούσε να θεωρηθεί μία καλή αφετηρία!

Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Δημοσκόπηση Μαθητών

Οι μαθητές της Α' και Β' λυκείου φαίνεται να είναι αυτοί με τον περισσότερο ελεύθερο χρόνο. Σε ό,τι αφορά την ερώτηση πώς δαπανούν οι περισσότεροι τον ελεύθερο χρόνο, μερικές από απαντήσεις που δόθηκαν είναι οι εξής: ακούγοντας μουσική, βγαίνοντας έξω και χαλαρώνοντας. Επίσης, μεγάλος αριθμός ερωτηθέντων απάντησε "στον υπολογιστή", κυρίως παίζοντας ηλεκτρονικά παιχνίδια και συνομιλώντας στο facebook-twitter κλπ.


Δημοσκόπηση Μαθητών Γ' Λυκείου

Ρωτήσαμε μαθητές Γ' Λυκείου εάν πιστεύουν ότι είναι έτοιμοι να ψηφίσουν και εάν ναι, εάν έχουν σκεφτεί τι θα ψηφίσουν. Στο "Πιστεύετε ότι είστε έτοιμοι να ψηφίσετε;" λάβαμε 40 θετικές απαντήσεις και 16 αρνητικές ενώ, από τους 40 μόνο οι 18 έχουν σκεφτεί τι θα ψηφίσουν.